Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

ΟΙΚΟΓΕΝΙΑΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Ο Μπάρμας μου ο Γιώργης ο αδερφός της μάνας μου, ηταν χωροφύλακας στη Σπάρτη. Εκεί βρήκε τη γυναίκα του παντευτηκε έκαμε τα παιδιά του και αφησε τα κοκαλάκια του. Ητανε καρπερός και έκαμε 6 παιδιά. Τα 5 πήγαν στη Αμερική (4 καναδά και 1 στις ΗΠΑ), ενας γιός έμεινε μαζί του στη Σπάρτη.Όλοι τους έκανα παιδιά που κιαυτά έμειναν εκεί που ήταν οι πατεράδες τους. Τη θύμηση του μπάρμπα Γιώργη εφερε ενα τηλεφώημα του ανηψιού μου Μανώλη του μπουζουκλή (Δημήτρη Κοκολάκη) που μου ειπε ότι μια εγγονή του μπάρμπα Γιώργη, του έστηλε μηνυμα μέσω facebook. Την βρήκα και εγώ και πιάσαμε αλληλογραφία μέσω του fb. Ετσι ξαναθημήθηκα τον μπάρμπα Γιώργη και τις συναντήσεις με τα παιδιά του. Τον θυμάμαι που ερχόταν τα καλοκαίρια στο χωριό οταν ήμουν μικρός και έμενε ένα μήνα στο πατρικό σπίτι που ήταν απέναντυ από το δικό μας,μαζί με τις ανυπανδρες αδερφές του. Μάλιστα είχε τη συνήθεια να κοιμάται στη ταράτσα του πατρικού.Κάποιο βράδυ που ειχε ξαπλώσει πιο νωρίς γιατι ειχαν κάνει ποδαρόδρομο στα χωράφια με τον ξάδερφό του τον Χαρίλαο και ήταν κουρασμένος, έβλεπε στον υπνο του οτι μπήκαν κλέφτες στο σπίτι και έβαλε τις φωνες.Κλέφτες, κλέφτες πιάστε τους.Το άκουσαν οι γείτονες και έτρεξαν να δούν τι συμβαίνει. Ηρθε και ο Χαρίλαος και βγήκαν στη ταράτσα με τις αδερφές του, αλλά αυτός κοιμόταν του καλού καιρού. Γιατι μωρέ φωνάζεις για κλέφτες του λέει ο Χαρίλαος. Εεε λέει ο μπάρμπας αγουροξυπνημένος, έβλεπα όνειρο, πως ήρθανε κλέφτες.Καλά πότε πρόλαβες και κοιμίθηκες κιειδες και όνειρο. Εεε ήμουνα κουρασμένος και με πήρε ο υπνος αμέσως, απολογήθηκε ο μπάρμπας. Να πας στον πατερ Ευτύχιο να σου διάβάσει, του πρότεινε η αδερφή του Καδιανή, να μη φωνάζεις στον υπνο σου. Ο Χαρίλαος έβαλε τα γέλια μαζί με τον μπάρμπα μου. Αυτό το περιστατικό θυμάμαι μόνο από τον μπάρμπα Γιώργη. Από τα παιδιά του γνώρισα μερικά. Πρώτα ήρθε η Μαρία με την οικογένεια της στη Κρήτη και την συνάντησα στα Χανιά.Μετά πήγα στη Σπάρτη και βρήκα τον Κωστή. Μετά στα Φωνεϊτικα στη Ηλείας και βρήκα τον Παναγιώτη. Και τέλος πήγα στην Αθήνα και βρήκα τον Ηλία που λίγο μετά ήρθε στα Χανιά και έκατσε μερικές μέρες στο σπίτι μου. Μερικά Χρόνια πιό πρώτα ειχε πάει στις Λίμνες ο Ανδρέας που ήταν τότε Αμερική και βρήκε την Μάνα μου, αλλάεγώ δεν τον συνάντησα γιατί ήμουν μετάθεση στη Σαντορίνη. Ετσα ειναι η ζωή κάνεις πολλά κοπέλια και πέρνουνε τα διάποντα και στο τέλος καταντάς μοναχός σου.

Σάββατο 7 Μαΐου 2022

ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΠΑΠΟΥΔΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 50

Μια και φέραμε τη συζύτηση στις μεγάλες γιαγιάδες του 50 ας θυμηθούμε και τους μεγάλους γέρους της δεκαετίας 50 - 59. Όταν λοιπόν ήμουνα πιτσιρίκος ήμουνα μια σταλία κοπέλι. Αδύνατος και μικροκαμομένος, η θειά μου η Καδιανή με φώναζε αγκουδουράκι!! Αγκούδουρας είναι ένας μικρός φάμνος που έβγαινε στα αμπέλια και που τον χρησιμοποιούσαν σαν σκούπα για να σκουπίζουν τ'αλόνια οταν τα ετοίμαζαν για να αλωνισουν τα σπαρμένα τότε. Ηταν πολύ ελαφρής και όταν ηταν ξεπατομένος και ξερός τον έπερνε ο αέρας. Ετσι δεν με αφηνε η Μάνα μου να πηγαίνω κάπου μόνος μου εκτός και με συνόδευε η θειά μου η Καδιανή ή η Μαρία ή κάποιος άλλος. Ειδικά στη πανω γειτονία που ήταν στενά τα σοκάκια και είχε και παράξενους αθρώπους για μένα!! ΕτσΙ περιοριζόμουναστη κάτω γειτονιά που οι δρόμοι ήταν φαρδύτεροι και οι αθρώποι πιο γνωστοί και υπήρχαν και τα μαγαζιά όλων των ειδών που οι περισσότεροι καταστηματάρχες ήταν γνωστοί του πατέρα μου.Τους ήξερα και με ξέρανε. Στη κατογειτονιά δεν είχε πολλούς μεγάλους γέρους πιθανώς γιατί τα σπίτια ήταν πολύ νεώτερα από τα αντίστοιχα της πανωγειτονιάς που ηταν παλαιότερα και προγενέστερα κτισμένα. Μου έκανε εντύπωση όταν πηγαινα στη λεμονιά μας στους Αγίους Αναργήρους που τα περισσότερα σπίτια ήταν με <<δόμα>> (χωμάτινη στέγη και με δόκάρια), εν αντυθέση με την κατωγειτονια που ήταν με κεραμύδια και ταράτσες. Υπήρχαν βέβαια και τα καταλήματα όπως τα λέγαμε τότε, παλιά ακατοικητα πεσμένα σπίτια που τα συναντούσες μόνο στη πανωγειτονιά. Εκεί λοιπόν ανάμεσα στα καταλήματα και τα παλιά σπίτια ζούσαν παράξενοι για μένα γέροι αθρώποι με βράκες άσπρα γένια και δίστρωποι, που τους φοβόμουνα και απεφευγα να περνώ από το σοκάκι που μένανε ακόμα και όταν με συνόδευαν!! Ενας τέτοιος ήταν ο γερο Χαρουλατρέας. Ηταν και άλλοι πιο γέροι όπως ο γέρο Μιχελούκος αλλά αυτός ήταν γελαστός αθρωπος, ασε που τον περισσότερο καιρό έμενε στον καλό λάκο καιδεν τον πολυέβλεπα. Μηλούσε και τα παλιά κρητικά και δεν πολυκαταλάβαινα τι έλεγε. Ερχόταν στη γειτονιά μας γιατί έμεναν οι γιοί του Δημήτρης και Κωστής. Στη γειτονά μας γερος ηταν μόνο ο Πατερομανώλης ο Χαρίλαος Κοκολάκης οΠατεροκωσταντής ο γερο Κοτομανώλης που θυμάμε όταν πεθανε ήρθε στη κηδεία του ο Δεσπότης με τη μουσική της Νεαπόλεως επειδή ηταν ψάλτης. Επίσης ο Φραγγιάς Κουνενάκης ήταν γέρος στη γειτονιά μας. Αλλοι γέροι της κατωγειτονιάς ήταν ο Μπαστόνης που ήταν καντυλαναύτης στα εξωμονάστηρα και έμενε στον κολύμπαρο. Ο πατέρας του παπά μανώλη Μαυρωειδή ο Χατζής. Ο Κυριάκος Κοκολάκης στο δρόμο του πάνω δημοτικού με τον αδερφό του Μανώλη Κοκολάκη που είχε γυναίκα την Εργινούσα. Ο γερο Κατσούλης, ο Κοτσιφογιάννης και άλλοι που δεν τους θυμάμε.Στη πάνω γειτονια οι περισσότεροι ήταν γέροι. Ο Γαλανός, ο Μασούρης, ο γερο Σφυρής, ο γερο Καράς, ο Ασάνης, ο Σταυρούλης, ο γερο καραβέλλας, Ο Μαστραντώνης,ο Τσούκος, ο γερο Μελάς, Ο Τουρκομιχάλης, ο γερο ζουλίνος, ο Μανωλαράς,ο Σταρομανώλης και αλλοι που τους έχω ξεχάσει. Τότε το χωριό μας εχειπολύ κόσμο και πολλούς γέρους. Ειχε όμως και πολλά κοπέλια γιατί ο κόσμος έμενε στο χωριό καιδεν υπήρχε η ασρτυφιλία που΄ακολούθησε τα επόμενα χρόνια που αδειασε τα χωριά και έκλεισε τα σχολεία.

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΓΙΑΓΓΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΜΟΥ ΗΛΙΚΙΑΣ

Στη γειτονια που μεγάλωσα στα κάτω καφενεία στις Λίμνες υπήρχαν πολλες γριές γιαγιάδες που ερχόταν και γειτονέυανε τις αδερφές της μητέρας μου που ηταν κιαυτές πάνω από 60 ετών. Η πιο τακτική επισκέπυρια ήταν η κουφή καλή . Μια γιαγιά πάνω από 80 χρονών αδελφή της μητέρας του μπάρμπα Μανώλη του Γιοργαντέ (Μυλωνάκη) που ηταν βαρύκοη και γιαυτό την λέγανε κουφή Καλή. Όταν ερχόταν σπίτι του παπού μου του Κοκολομιχάλη που μένανε οι θείες μου η πρώτη ερώτηση της ήταν :ηδατε μπρε να περνά κιονα το λερόπανο (αεροπλάνο εννοούσε) γιαντα έχω να το δω δυό μέρες!!Που να το δει αφου έπρεπε να το ακούσει πρώτα και δεν άκουε καλά !! Αλλη γιαγιά που ερχόταν ηταν η γυναίκα του γείτονα Φραγκιά Κουνενάκη Μαρία που ήταν σγγενείς με τις θειάδες μου από τον πατέρα της που ήταν αδερφός του παπού μου Κοκολομιχάλη. Αυτή ηταν πολύ καλή γυναίκα και πάντοτε μου κρατούσε οταν ερχόταν μια καραμέλα.Επίσης η γειτόνησα η Πελαγία ήταν τακτικός επισκέπτης. Αυτή ήταν πιο αρεφουλιάρα που έλεγε η θειά μου η Μαρία, ψηλή αδύνατη με αγριόφατσα, κιόλο έδερνε ιον ανηψιό της το μανώλη που έπερνε σπίτι της να της κάνει παρέα, όταν έκανε ζαβολιές ή ζημιές. Επίσης η άλλη γειτόνησα η μάνα του Νικολή ψιμάρνη που έμενε στο διπλανό σοκάκι, ερχόταν πότε πότε. Αυτή ήταν ηρεμη γυναίκα γεματούτσικια καλοσυνάτη. Μια αλλη γιαγιά που έρχόταν, ήταν μια σγγενείς των θειάδων μου, η Μαργώ του Μπαρμπαδομανώλη. Μια ευσωμη αρχοντογυναίκα καλοντημένη πάντοτε, με όμορφο πρόσωπο παρά τα χρόνια της. Αυτή που έφευγά όταν ερχόταν ήταν η Μυλωνού η Μάνα του Αθανάση και της θειάς ειρήνης γυναίκας το Μπάρμπα Χριστόφορου. Ηταν τεράστια σαν μέγάλο βαρέλι αγρια φάτσα και φωνή και έριχνε και καμία <αρωμαική> υποβρυχια πορδή για να σκοτωνει τα μικρόβια !!! Επίσης μια άλλη που όταν την έβλεπα να πηγαίνει στο σπίτι έφευγα μακρυά ήταν η γειτόνησα Ασπασία μάνα του καθηγητή ψιμάρνη γιατί ειχε τη φήμη ότι μάτιαζε. Σπανιώερα ερχόταν η μάνα του μπάρμπα Χριστόφορου γιαι την πονούσαν τα πόδια της. Αυτές ηταν οι πιο μεγάλες σε ηληκία γιαγιάδες που ερχοταν στο σπίτι του παπού μου να κάνουν παρέα των θειάδων μου και μένανε στη γειτονιά μας. Στη φωτογραφία η Μάνα μου (δεξιά στη σκάλα) με τις αδελφές της (από δεξιά προς αριστερά) Καδιανή ,Μαρία, Λαμπρινή και τον άνδρα της Θειο Χρύσανθο στην αυλή του σπιτιου΄μας.