Η παραμονή του νέου έτους πάντοτε ηταν μια προσμονή και μια ελπίδα για ενα καλύτερο αυριο. Ομως είχε και τα κατα τόπους και καιρούς τα ακολουθούμενα έθιμα. Στο χωριό μας στη παραμονή του νέου έτους οι νοικοκυρές ετοίμαζαν τα πρωτοχρονιάτηκα γλυκά και καλιτσούνια και οι νοικοκήριδες ψώνιζαν τα απαραίτητα για το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι που ήθελε ολη την οικογένεια μαζεμένη στο ίδιο τραπέζι. Οι πιτσιρικάδες εφτιχναν τις ομάδες για τα κάλαντα
και κατέστρωναν σχέδια διαδρομής. Συνήθως πήγαιναν σε συγγενικά σπίτια και απόφευγαν τις ...κακοτοπιές. Την πρώτη παραμονή πρωτοχρονιάς που θυμάμαι ήταν του 1955. Τότε δεν περιμέναμε κανένα Αγιο Βασίλη, ούτε είχαμε χριστουγεννιάτικα δέντρα και δώρα κάτω από αυτό. Τον αναφέραμε μονο στα κάλαντα. Επρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια για να δώ κάποιον ντυμένο αγιο Βασίλη, αλλά εντομεταξύ είχα αρκετά μεγαλώσει και είχε χαθεί η μαγεία και η αθώότητα των παιδικών χρόνων, έτσι ώστε να μη μου κάνει καμία εντύπωση το θέαμα. Την παραμονή λοιπόν του 1955 πήγαινα στο δημοτικό τότε. ο Πατέρας μου είχε πεθάνει πριν δυο χρόνια και είχα αρχίσει να γνωρίζω τα σοκάκια του χωριού τα κατατόπια του τα παράξενα του, τους παράξενους αθρώπους του, τους καλούς και τους κακούς, σύμφωνα βέβαια με τα κριτήρια και με τις υποδείξεις των Μπαρμπάδων μου και των θειάδων μου. Από τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα είχα μαζέψει αρκετές δεκάρες και τις παίζαμε με τις γαζοζένιες στον περίβολο του Αγίου Δημητρίου και στο κάτω σχολειό. Όποιος τις κτύπαγε με την μπύλια (γαζοζένια) τις έπερνε.
Είχα λοιπόν ξεθαρέψει και με τον γείτονά μου Στελιανό του Λεμπίδη παρέα (αυτός ήταν λίγο μεγαλύτερός μου) βγήκαμε βόλτα να δούμε τι γυνόταν στο χωρίο από τους αλλους πιτσιρικάδες και τους λιγο μεγαλύτερους. Πήγαμε στην Αγία Μαρίνα όπου πίσω από το καμπαναριό μερικά παιδιά έπαιζαν τριανταμία με τράπουλόχαρτα. Ρώτησα τον Στέλιο να μου εξηγήσει τι κάνουν και ο Στέλιος είπε: παίζουν λεφτά
δεν χρηάζετε να ξέρεις παραπάνω πάμε να φύγουμε. Μετά περάσαμε από το πάνω Σχολειό εκεί μια παρέα έπαιζε ζάρια και μια άλλη έπαιζε χαρτιά. Τελικά αφού κάναμε τη γύρα μεχρι το συνεταίρικο εργοστασιο που κιεκείέπαιζαν τριανταμία καταλήξαμε στο σπίτι των θειάδων μου (αδελφών της Μάνας μου). Η θειά μου η Καδιανή με ρώτησε ήντα ηδες στη βόλτα που πήγατε με τον Στέλιο και εγώ της απάντησα ότι ολοι παίζουνε λεφτά με τα ζάριακαι τα τραπουλόχαρτα.
Η θειά μου γέλασε και μου είπε : ολοι αυτοί που ήδες να παίζουν λεφτά στα χαρτιά και στα ζάρια αύριο δεν θα έχουν ούτε πεντάρα. Αλλά οποιος αρχίζει από μικρός και παίζει τα λεφτά του στα χαρτιά αυριο θα παίξει και τα χωράφια του και το σπίτι του. Αυτό το πράμμα είναι αρρώστια και καταστρέφει τσι αθρώπους και τις οικογένειες. Μου έκαναν φοβερή εντύπωση τα λόγια της θειάς μου και δεν τολμούσα να πάιξω λεφτά στα χαρτιά για χρόνια. Μέχρι που μεγάλωσα τελέιωσα το Γυμνάσιο και πήγα στην Αεροπορεία σαν μόνημο στέλεχος και έπερνα μηνιάτικο. Ήταν παραμονες πρωτοχρονιάς του 1966. Είχα πάρει εορταστική άδεια από την Ελευσίνα και ήμουνα στο χωριό. Στου Ψιμάρνη του Μανώλη το καφενείο είχαν μαζευτεί όλη η νεολαία το απόγευμα και πίναμε τις τσικουδιές μας. Κάποιος έριξε την ιδέα να μαζευτούμε να παίξουμε χαρτιά για το καλό του χρόνου.
Μαζευτήκαμε και αρχήσαμε να παίζουμε χαρτιά μέχρι που μπήκε ο καινούργιος χρόνος. ¨Οταν πήγα σπιτι ειχα χάσει σχεδόν όλο το μηνιάτικο στα χαρτιά. Οταν γύρησα στη Μονάδα μου πήγα κατ'ευθεία στο Ταμείο και πήρα προκαταβολή για να περάσω τονμήνα.'Εκοψα τα έξοδα κιέκανα τα περίπολα των άλλων για να καλύψωτην χασούρα της παραμονής της πρωτοχρονιάς. Αποτότε δεν ξανάπαιξα λεφτά στα χαρτιά. Το πάθημα μου έγινε μάθημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου