Κυριακή 1 Απριλίου 2012

ΟΙ ΧΟΧΛΙΔΟΛΟΟΙ ΤΣΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

Οταν για πρώτη φορά είδα στη Μάχα και στα χουμεριακιανά βουνά τα φαναράκια και τσι λίχνους των χοχλιδολόγων ήμουν πολύ μικρός. Θα πήγαινα πρώτη ή δευτέρα τάξη στο Δημοτικό σχολείο. Ήταν κάποιο βράδυ σαρακοστής μετά την εκκλησία και αφού είχαμε φάει το βραδυνό μας στο πατρικό σπίτιτης Μάνας μου που έμειναν οι ανήπαντρες αδελφές της, βγήκα έξω για να πάω απέναντυ στο δικό μας σπίτι. Είδα λοιπόν τα φώτα στη Μάχα και γύρισα και ρώτησα τη θειά μου την Καδιανή. Θεία κοίτα στη  Μάχα φώτα. Η θεια μου γέλασε και μου είπε : Είναι οι χοχλιδολόοι που μαζεύουν τσι χοχλιούς . Ήστερα που ήμαστε στην εκκλησία έβγαλε μια ψιχαλίδα και βγήκαν οι χοχλιοί και οι αθρώποι πήγαν να τσι μαζώξουν. Και γιαντα τσι μαζώνουν θεία ; Ρώτησα. Για να τσι φάνε μου απήντησε. Δεν είδες τη κοφίνα τη μεγάλη που έχω βάλει κι εγώ μερικούς ; Με ρώτησε . Οϊ θεια . Ε αυριο θα στη δείξω. Μου είπε . Και γιαντα πρε θεία τσι βαλες στη κοφίνα ; Ξαναρώτησα . Για να τσι ταϊσουμε να καθαρίσουν να τσι φάμε . Είπε η θειά μου και συνέχισε . ΟΙ χοχλοί παιδί μου τρώνε οτι βρούνε και γιαυτό δεν πρέπει να τσι τρώμε οταν τσι πιάνουμε αλλά πρέπει να τσι ταϊσουμε αλεύρι να βγάλουν στα κακά τους αυτά που είχαν φάει. Πολλοί άθρωποι που τσι φάγανε έτσι χωρίς να καθαρίσουν οι χοχλιοί αρώστησαν και τσι πήγαν στο Νοσοκομείο. Και γιατί θεία τσι μαζώναν εδά τη σαρακοστή ; Ξαναρώτησα. Γιατί αυτή την εποχή είναι καλοί και παχοί οι χοχλοί και είναι και νηστήσιμο φαγητό. Και με τσι βροχούλες που ρίχνει ο θειός ξυπνούνε οι χοχλιοί και βγαίνουν απο τα καβούκια τους για να βρούνε φαγητό να φάνε. Και ποτε θειά θα με πάρεις κι εμένα να πάμε στσι χοχλιούς ρώτησα . Εμείς θα πάμε μέρα για να βλέπουμε γιατί εισαι μικιός να μη κτυπήσεις πουθενά. Μου είπε η θειά μου. Ενα πρωί λοιπόν που ξύπνησα και δεν είχαμε σχολείο με πήρε η θειά και πήγαμε στσι αγίους αναργύρους απο πάνω και μαζέψαμε ένα καλάθι χοχλιούς . Πρωί-πρωί είχε βρέξει
και βγήκαν οι χοχλιοί για βοσκή. Η χαρά μου ήταν μεγάλη και δεν με πολύνιζε που με τσιμπούσαν οι τσουκνίδες και τα αγκάθια. Αργότερα όταν έγινα μεγαλύτερος πήγαμε και νύχτα με τα φαναράκια και μαζεύαμε χοχλιούς. Ηταν ωραίο θέαμα οταν έβγαιναν οι χοχλιδολόοι τη νύχτα για χοχλιούς και γέμιζαν λίχνους και φαναράκια όλα τα βουνά γυρω-γύρω . Σαν πολυέλαιοι σε εκκλησία ήταν . Όταν μετά από χρόνια που είχα φύγει από το χωριό γύρισα με άδεια μια βδομάδα του λαζάρου και ενα βράδυ είχε βρέξει , βγήκα στη ταράτσα και κοίταζα τα βουνά για να δώ χοχλιδολόους αλλά ηταν ελάχιστοι . Ρώτησα τη Μάνα μου .Γιάντα μπρε Μάνα δε πάνε πλιό στσι χοχλιούς και δεν θωρώ στα βουνά φώτα από τσι χοχλιδολόους ; Η Μάνα μου είπε . Ντα δεν υπάρχουν μπλιό χοχλιοί με τα ψεκάματα που κάνουν. Και μετά εδά που δεν υπάρχουνε δραγάτες, δεν έχουν αφήσει τράφο να μην τονε χαλάσουν και μαζώνουν τσι χοχλιούς το καλοκαίρι και δεν υπάρχουν χοχλιοί να βγουν το χειμώνα να βοσκήσουν για να τσι μαζώξουν οι άθρωποι. Κρήμα !! είπα και ήταν ωραίο θέαμα και ωραίο φαϊ . Νά 'χαμε μια τηγανιά μπουμπουριστούς με αρισμαρή και ξύδι . Η Μάνα μου έβαλε τα γέλια και μου είπε . Ε αφού σ'αρέσουν τόσο πολύ θα βρώ μερικούς να σου κάνω μια τηγανιά.
Από τότε περάσανε πολλά χρόνια . Οι χοχλιδολόοι είναι μια παιδική ανάμνηση . Όποτε πάω όμως στο χωριό Σαρακοστή και ξωμείνω, το βράδυ βγαίνω και ξανοίγω στη Μάχα να δώ χοχλιδολόους ασυναίσθητα και τσι βλέπω με τη φαντασία μου να έχουν γεμίσει τη Μάχα μέχρι του μαρασκά και απέναντυ από τσι Βρύσες μέχρι τον κατσόματο, με τσι λίχνους και τα φαναράκια τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου