Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2011

ΑΛΛΟ ΤΟΥ ΚΟΡΑΚΟΥ Η ΦΩΛΙΑ ΚΙ ΑΛΛΟ ΚΟΤΣΙΦΟΥ ή επι το λαϊκότερον ΑΛΛΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΛΑΓΟΥ ΚΙ ΑΛΛΑ ΤΗΣ ΚΟΥΚΟΥΒΑΓΙΑΣ

 Όταν πηγαίναμε στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου στη Νεάπολη κυνηγάγαμε με τις σφεντόνες διάφορα πουλιά. Απο σπουργίτες, σουσουράδες, κοκκινομπέτες, σταρίθρες, κακαλιδώνια, τριπουλίδια, μέχρι κοτσιφούς και αγριοπεριστέρια. Για την εποχή εκείνη ήτανε σπουδαία μεζεδάκια στα κάρβουνα με καμιά πατάτα οφτή !! Την άνοιξη του φωλιάζανε τα πουλιά ψάχναμε για φωλιές και αφού τις βρήσκαμε και σταμπάραμε το μέρος, αφήναμε να βγούν από τ' αυγά τα πουλάκια κιόταν ήταν έτοιμα να πετάξουν τα πιάναμε. Κυρίως πιάναμε κοτσιφάλια και ζιγαρδέλια για να τα βάλουμε στο κλουβί να κελαϊδάνε. Αν βρήσκαμε και καμιά περδικιά δεν μας χαλούσε !! Μόνο που δύσκολα έπιανες τα περδικάκια αν είχαν ξεπουλιάσει. Η μάνα μου είχε μεγαλώσει πεδρικάκια που τα βρήκε ο αδερφός της που ήταν κυνηγός και ήταν ήμερα σαν τις κότες (αφού είχαν μεγαλώσει μαζί με τα κοτοπουλάκια). Δυό που είχε κρατήσει η Μάνα μου γύριζαν στη αυλή μαζί με τις κότες. Μια φορά λοιπόν που γυρίζαμε από το Γυμνάσιο γιατί οι καθηγητές είχαν συμβούλιο και σκολάσαμε νωρίς, μπήκαμε από τον Νικηθιανό στα χωράφια και ψάχναμε φωλιές. Ενας μεγαλύτερος στη ηλικία αλλά μπουμπούνας στα μαθήματα αφού έκανε δυο χρόνια σε κάθε τάξη, είπε ότι ήξερε μια κορακιά.
Και τι να την κάνουμε την κορακιά αφου οι κοράκοι δεν σε αφήνουν να πλησιάσεις την φωλία και μετά τα κορακάκια δεν τρώγουνται γιατί βρωμάνε από τα ψώφια που τα ταϊζουν οι γονείς του οι κοράκοι. Είπαμε οι μικρότεροι. Να δούμε αν έχει αυγά λέει ο μεγάλος. Από περιέργεια πήγαμε να δούμε την κορακοφωλιά. Να μας λέει ο μεγάλος. Σ' αυτή τη ψηλή αμυγδαλία είναι η φωλιά. Πάμε αλλά η αμυγδαλιά ήταν ψηλή και η φωλιά ήταν στη κορυφή της. Να βγεί ένας αλαφρής λέει ο μεγάλος. Πιο αλαφρής από μένα που ήμουνα φρίσσα (πολύ αδύνατος) δεν υπήρχε. Είχα και την ικανότητα να σκαρφαλώνω σαν τον γάτη. Αντε ήντα κάθεσαι ; Μου φώναξε ο μεγάλος . Εγώ με το λάστιχο (σφεντόνα) θα παντώ (διώχνω) τσι κοράκους ανε ρθούνε. Είπε και ετοίμασε τα πυρομαχικά του για την σφεντόνα. ¨Αρχησα να ανεβαίνω αλλά όταν έφτασα περίπου στο ένα μετρο από τη φωλία άκουσα τη φωνή τση κορακίνας που καθόταν στη φωλία και φώναξα στους άλλους που ήταν κάτω. Δεν βγαίνω πιο ψηλά γιτί η μάνα κάθεται στη φωλία. Αντε μωρέ χέστακα, μου φωνάζει περιφρονητικά ο μεγάλος και ετοιμάζει το λάστιχό του για να κτυπήσει τη φωλία. Ασε να κατέβω και μετά κάνε ότι καταλαβαίνεις. Του λέω και επιταχύνω την κάθοδο από την αμυγδαλίά. Αυτός όμως δεν περίμενε και ρίχνει μια πέτρα στη φωλία με την σφεντόνα. Η πέτρα πέρασε ξυστά από τη φωλία και κτύπησε στο κλωνάρι που ήταν δίπλα. Αλλά η κορακίνα πήρε χαμπάρι τους άλλους από κάτω και έκαμε μια βουτιά κατα πάνω τους. Είχα ακούσει από τον μπάρμπα μου τον Κοκολομανώλη ότι αν πειράξεις φωλία κοράκου είναι ικανοί να σου βγάλουν τα μάτια γιτί σου επιτίθονται και σε τσιμπάνε στο κεφάλι. Εγώ σούφρωσα στη μέση τση αμυγδαλίας και δεν εκουνούσα καθόλου για να μη με δεί η κορακίνα. Οι άλλοι το βάλανε στα πόδια για να γλητώσουν με την κορακίνα να παίζει βουτιές πάνω από τα κεφάλια τους. Πήρε χαμπάρι και ο αρσενικός που έφερνε τρόφή στα μικρά και πήρε κιαυτός στο κατόπι τσι παρολίγο κλέφτες. Εγώ σκεφτόμουνα τι να κάνω να κατέβω κάτω ή να μέινω κρυμμένος στη μέση τσι αμυγδαλιάς. Προτίμησα να μείνω κρυμένος μέχρι να ησυχάσουν οι κοράκοι. Αφου έκατσα κάμποση ώρα χωρίς να κουνώ και με το κεφάλι χωμένο στο σακάκι για να μην βλέπουν τι πράμμα είμαι οι κοράκοι. Κι αφού δεν άκουγα πιά τις φωνές των άλλων που τους κυνηγούσε το ζεύγος των κοράκων, άκουσα κάποιον από τους γονείς κοράκους να επιστρέφει στη φωλιά. Σε λίγο ήρθε κι ο άλλος. Σκέφτικα ότι ήταν καιρός να του δίνω και εγώ και προσπαθούσα να βρώ ποιός είναι ο καλύτερος δρόμος να πάρω για να μη με δούν οι κοράκοι από τη φωλιά. Έτσι όπως καθόταν οι κοράκοι στη φωλία δεν μπορούσαν να δούν από κατω στο κορμό και στη βάση τσι αμυγδαλίας τι γίνεται. Αποφάσισα να φύγω από τη πάνω μεριά που είχε ενα τράφο και μερικές μεγάλες λιγιές (λιγαριές), έτσι ώστε να μη δίνω μεγάλο στόχο και να μπορώ να απομακρινθώ από τη φωλιά. Εφυγα σκυφτός και μπήκα στις λιγιές. Κοίταξα προς τη φωλιά αλλά οι κοράκοι ασχολούταν να ταϊσουν τα μικρά τους και δεν με πήραν χαμπάρι. Μπροχώρησα λιγάκι και άκουσα φτερούγισμα. Σύκωσα το κεφάλι μου και είδα τον αρσενικό να φέυγει για να βρεί τροφή. Τώρα μπορώ να φύγω άνετα σκέφτικα και ξεκίνησα απομακρυνόμενος από το χωράφι με την κορακοφωλιά. Οι άλλοι είχαν πάει τρέχοντας στο χωριό και είπαν οτι τους κυνηγούσαν οι κοράκοι. Πήγαν στον Αλέκο (που εκτελόυσε καθήκοντα νοσοκόμου στο χωριό) να τους περιποιηθεί τσι τσιμπιές που τους είχαν κάνει. Και πούνε μωρέ ο ανηψιός μου ; Ρώτησε ο μπάρμπας μου ο αγροφύλακας. Τον αφήσαμε απάνω στην αμυγδαλιά. Είπαν. Τον αφήσατε μωρέ κι εφύγαται χέστες ; Τους αποπήρε ο Μπάρμπας μου. Για να πάω να δώ ήντα κάνει. Και ξεκίνησε να ρθεί να με βρεί. Συναντηθήκαμε στον κήπο του Ζαχαράκη. Εγώ δεν τον είχα δει γιατί χάζευα στον δρόμο. Κι αυτός όπως συνήθιζε με είδε και μπήκε στο κήπο. Όταν έφτασα στον κήπο πετάχτηκε και με ρώτησε. Δεν σε φάγανε οι κοράκοι εσένα; Οϊ μπάρμπα. Απήντησα γέλώντας. Τσι άλλους ακόμα τσι φτιάχνει ο Αλέκος. Είπε και ρώτησε . Εσύ πως γλήτωσες ; Εγώ περίμενα στην αμυγδαλιά μέχρι να ησυχάσουν και μετά την έκανα κατσά-κατσά χωρίς να με πάρουν χαμπάρι. Είπα στον μπάρμπα μου. Α ρε σαϊνι ανηψιό που έχω !! Κι άλλοι οι βλάκες τρέχανε και τους έκαναν τη κεφαλή τους κόσκινο οι κοράκοι. Είπε γελώντας κι πέρασε το χέρι του στη πλάτη μου. Αντε πάμε, μην πάνε αυτοί οι βλάκες στη Μάνα σου και πούνε τίποτα και έχουμε νταβαντούρια. Όταν είπα το περιστατικό στον μπάρμπα μου τον Κοκολομανώλη, είπε. Τι σου έλεγα ; Αλλο πράμμα η φωλιά του κοτσιφού κι άλλο του κοράκου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου